ασφυκτικά χρονοδιαγράμματα και πιέσεις ενώ οι αντοχές της κοινωνίας εξαντλούνται.
Για κάθε μέλος του Κοινοβουλίου που καλείται να σταθμίσει την αδήριτη ανάγκη υλοποίησης διεθνών δεσμεύσεων και ταυτόχρονα να προασπίσει το δημόσιο συμφέρον. Κατανοώ πλήρως την ευθύνη μας να στηρίξουμε την Κυβέρνηση στις διαπραγματεύσεις και γι’ αυτό ψήφισα το ΝΣ επί της αρχής παρά τις επιφυλάξεις που κατέθεσα στην Επιτροπή για αρκετά άρθρα μαζί με βελτιωτικές προτάσεις.
Υπό το βάρος αυτής της τεράστιας ευθύνης, θέλω να εκθέσω τους λόγους για τους οποίους αδυνατώ να ψηφίσω το άρθρο 37 του παρόντος νομοσχεδίου ως έχει μέχρι στιγμής.
Συμφωνούμε όλοι ότι όποια μέτρα λαμβάνουμε πρέπει όχι μόνο να μοιράζουν το βάρος της προσαρμογής όσο το δυνατόν πιο δίκαια αλλά να υπηρετούν δύο βασικές αρχές:
Πρώτον, να έχουν το μέγιστο δυνατό θετικό δημοσιονομικό αποτέλεσμα και
Δεύτερον, να έχουν την ελάχιστη δυνατή υφεσιακή επίπτωση στην οικονομία.
Η κατάργηση της «αρχής της ευνοϊκότερης ρύθμισης», σε συνδυασμό με το «πάγωμα» της δυνατότητας επέκτασης των κλαδικών συμβάσεων, που περιλαμβάνονται στο Άρθρο 37 όχι μόνο δεν πληρούν τις δύο αυτές αρχές αλλά κινούνται προς την αντίθετη κατεύθυνση:
Δεν εξοικονομούν δαπάνες αλλά αντίθετα οδηγούν σε ύφεση και μείωση των φορολογικών εσόδων και των ασφαλιστικών εισφορών. Δεν βελτιώνουν την ανταγωνιστικότητα και δεν καταπολεμούν την ανεργία καθώς η μειωμένη ανταγωνιστικότητα της χώρας δεν οφείλεται στους υψηλούς μισθούς που λαμβάνει ο εργαζόμενος αλλά στις υψηλές ασφαλιστικές εισφορές και σε άλλους παράγοντες που λειτουργούν αποτρεπτικά για επενδύσεις και τη δημιουργία θέσεων εργασίας.
Για να τεκμηριώσω αυτή την άποψη αρκεί να αναφέρω ένα παράδειγμα: Η δυνατότητα που δίνεται πλέον με το άρθρο 37 να υπερισχύει η επιχειρησιακή σύμβαση έναντι της κλαδικής σημαίνει απλά ότι ένας εμποροϋπάλληλος δεν θα καλύπτεται πλέον από την κλαδική σύμβαση που προβλέπει εισαγωγικό μισθό 860 ευρώ. Ο μισθός του, μέσα σε μια εβδομάδα από την ψήφιση του Άρθρου, δύναται να μειωθεί μέχρι το επίπεδο της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας δηλαδή στα 740 ευρώ. Αρκεί να συναφθεί μια επιχειρησιακή σύμβαση μεταξύ του εργοδότη και του επιχειρησιακού σωματείου ή, όπου δεν υπάρχει, μιας ομάδας εργαζομένων. Σημαίνει ακόμα ότι όλες οι επιχειρησιακές συμβάσεις μπορούν να προσαρμοστούν προς τα κάτω αφού δεν υπάρχει όριο παρά μόνο ο κατώτατος μισθός. Σημαίνει ότι αυτό μπορεί να γίνει σε όλες τις επιχειρήσεις και για πάνω από 1 εκ εργαζόμενους από τους 1.900.000 πουκαλύπτονται από συλλογικές συμβάσεις.
Τι θα συμβεί ;
Mια γενικευμένη, απότομη και ανεξέλεγκτη μείωση μισθών που με συντηρητικές εκτιμήσεις που κατέθεσα στην Επιτροπή και που καταθέτω και εδώ στην Ολομέλεια, θα αφαιρέσει πολλά δις ευρώ από την Ελληνική οικονομία, βαθαίνοντας την ύφεση που θα ξεπεράσει με συντηρητικές εκτιμήσεις το 5% για το 2012 έναντι 2,5% που είναι η πρόβλεψη του Προϋπολογισμού και θα εκτροχιάσει τα έσοδα. Θα έρθει λοιπόν σύντομα η Τρόικα να μας ζητάει πάλι νέα μέτρα γιατί δήθεν δεν πιάσαμε τους στόχους.
Οι επιπτώσεις όμως είναι και ευρύτερες σε βάθος χρόνου. Η όποια διαπραγματευτική δύναμη και προστασία (θεσμική ή μη θεσμική) των εργαζομένων θεσμική εξανεμίζεται. Οι κλαδικές συμβάσεις δεν «παγώνουν απλώς» για μερικά χρόνια αλλά ουσιαστικά καταργούνται. Και αυτό γιατί κανένας εργοδότης δεν θα έχει κίνητρο να συμμετέχει σε εργοδοτικές οργανώσεις και κλαδικές συμβάσεις αφού μπορεί να συνάψει επιχειρησιακή σύμβαση με τους εργαζόμενους του. Ο ανταγωνισμός μεταξύ επιχειρήσεων του ιδίου κλάδου για συνεχείς μειώσεις μισθών θα ενταθεί με αποτέλεσμα συνεχείς μειώσεις μισθών και μεγαλύτερη ύφεση. Στις χρηματοπιστωτικές αγορές, απευχόμεθα ένα «πιστωτικό γεγονός». Εδώ, με τις ρυθμίσεις αυτές, νομοθετούμε ένα επικίνδυνο «εργασιακό γεγονός», και την απότομη ανακατανομή εισοδήματος από τους εργαζομένους στους εργοδότες.
Η αποδυνάμωση των εργοδοτικών οργανώσεων αλλά και των σωματείων οδηγεί μαθηματικά στην αποδόμηση των συλλογικών οντοτήτων. Πολύ σύντομα δεν θα υπάρχουν κοινωνικοί εταίροι που, γύρω από ένα τραπέζι διαπραγμάτευσης θα διαπραγματευθούν τη νέα Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας, αν αυτή θα συνεχίσει να υπάρχει καθώς αυτό θα τεθεί ξανά στο επίκεντρο των συζητήσεων για την επόμενη δόση του δανείου.
Αγαπητοί συνάδελφοι,
Ακριβώς για την αποφυγή αυτών των δυσάρεστων εξελίξεων και μετά από επίπονες διαπραγματεύσεις με την Τρόικα και την ενεργό στήριξη όλων των κοινωνικών εταίρων και του Πρωθυπουργού, νομοθετήσαμε τον Δεκέμβριο του 2010, με το Ν. 3899/10, τον θεσμό της Ειδικής Επιχειρησιακής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας που προσδίδει την απαραίτητη ευελιξία, αλλά υπό όρους και προϋποθέσεις. Ήδη από τον Φεβρουάριο έχουν συναφθεί 11 τέτοιες συμβάσεις και εκκρεμούν άλλες 3. Η σύναψή τους θα μπορούσε να διευκολυνθεί ίσως περισσότερο με την επίσπευση ίδρυσης σωματείων που έχει ήδη δρομολογηθεί.
Γιατί σήμερα προχωράμε στην κατάργηση αυτού του θεσμού, όταν όλοι οι κοινωνικοί εταίροι μας επισημαίνουν τους κινδύνους και ζητούν να ρυθμίσουν μόνοι τους τις σχέσεις τους όπως επιτάσσουν και οι Διεθνείς Συμφωνίες του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας;
Ο ίδιος ο επικεφαλής της Τρόικας ο κος Ματίας Μόρς, σε βαρυσήμαντη συνέντευξη του στην «Καθημερινή», στις 13 Οκτωβρίου, δήλωσε ότι «δεν ζητήσαμε ποτέ την κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων» και «ότι η Κυβέρνηση θα πρέπει να ξεκινήσει συζητήσεις με τους κοινωνικούς εταίρους για να δουν τι πρέπει να γίνει, προκειμένου να βελτιωθεί η ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων και να δημιουργηθούν θέσεις εργασίας». Ποιος έχει αντίρρηση σε αυτό;
Τι μπορούμε, επομένως, να κάνουμε σήμερα;
Παρότι γνωρίζω ότι οι ρυθμίσεις του άρθρου 37 έχουν ήδη ενσωματωθεί στο σχέδιο του επικαιροποιημένου Μνημονίου, πιστεύω ότι στο φως των στοιχείων που προέκυψαν για την υφεσιακή επίπτωση των μέτρων, των προτροπών των κοινωνικών εταίρων, καθώς και της θέσης του επικεφαλής της Tρόικα, η Κυβέρνηση μπορεί να αναβάλει την ψήφιση των σημερινών ρυθμίσεων του άρθρου 37 για ένα μικρό χρονικό διάστημα και να καλέσει τους κοινωνικούς εταίρους να συζητήσουν διεξοδικά μεταξύ τους, με την Τρόικα αλλά και με το Διεθνές Γραφείο Εργασίας, που είναι ο καθ’ ύλην αρμόδιος διεθνής οργανισμός, το θεσμικό πλαίσιο, τις επιπτώσεις διαφορετικών ρυθμίσεων και μέτρα βελτίωσης της ανταγωνιστικότητας. Το αποτέλεσμα αυτής της διαβούλευσης μπορεί να αποτελέσει περιεχόμενο νέας νομοθετικής πρωτοβουλίας πριν από την επόμενη επικαιροποίηση του Προγράμματoς τον Δεκέμβριο.
Αγαπητοί συνάδελφοι,
Με αίσθημα ευθύνης και πλήρους επίγνωσης της κρισιμότητας της κατάστασης πιστεύω ότι μια δίμηνη παράταση της διευθέτησης της ρύθμισης του άρθρου 37 δεν θα δημιουργήσει πρόβλημα στη διαπραγμάτευση της Κυριακής και η όποια ρύθμιση τον Δεκέμβριο θα είναι αποτέλεσμα συμφωνίας των κοινωνικών εταίρων οι οποίοι έχουν την αποκλειστική ευθύνη σύναψης συλλογικών διαπραγματεύσεων και συμβάσεων στον ιδιωτικό τομέα.
Για κάθε μέλος του Κοινοβουλίου που καλείται να σταθμίσει την αδήριτη ανάγκη υλοποίησης διεθνών δεσμεύσεων και ταυτόχρονα να προασπίσει το δημόσιο συμφέρον. Κατανοώ πλήρως την ευθύνη μας να στηρίξουμε την Κυβέρνηση στις διαπραγματεύσεις και γι’ αυτό ψήφισα το ΝΣ επί της αρχής παρά τις επιφυλάξεις που κατέθεσα στην Επιτροπή για αρκετά άρθρα μαζί με βελτιωτικές προτάσεις.
Υπό το βάρος αυτής της τεράστιας ευθύνης, θέλω να εκθέσω τους λόγους για τους οποίους αδυνατώ να ψηφίσω το άρθρο 37 του παρόντος νομοσχεδίου ως έχει μέχρι στιγμής.
Συμφωνούμε όλοι ότι όποια μέτρα λαμβάνουμε πρέπει όχι μόνο να μοιράζουν το βάρος της προσαρμογής όσο το δυνατόν πιο δίκαια αλλά να υπηρετούν δύο βασικές αρχές:
Πρώτον, να έχουν το μέγιστο δυνατό θετικό δημοσιονομικό αποτέλεσμα και
Δεύτερον, να έχουν την ελάχιστη δυνατή υφεσιακή επίπτωση στην οικονομία.
Η κατάργηση της «αρχής της ευνοϊκότερης ρύθμισης», σε συνδυασμό με το «πάγωμα» της δυνατότητας επέκτασης των κλαδικών συμβάσεων, που περιλαμβάνονται στο Άρθρο 37 όχι μόνο δεν πληρούν τις δύο αυτές αρχές αλλά κινούνται προς την αντίθετη κατεύθυνση:
Δεν εξοικονομούν δαπάνες αλλά αντίθετα οδηγούν σε ύφεση και μείωση των φορολογικών εσόδων και των ασφαλιστικών εισφορών. Δεν βελτιώνουν την ανταγωνιστικότητα και δεν καταπολεμούν την ανεργία καθώς η μειωμένη ανταγωνιστικότητα της χώρας δεν οφείλεται στους υψηλούς μισθούς που λαμβάνει ο εργαζόμενος αλλά στις υψηλές ασφαλιστικές εισφορές και σε άλλους παράγοντες που λειτουργούν αποτρεπτικά για επενδύσεις και τη δημιουργία θέσεων εργασίας.
Για να τεκμηριώσω αυτή την άποψη αρκεί να αναφέρω ένα παράδειγμα: Η δυνατότητα που δίνεται πλέον με το άρθρο 37 να υπερισχύει η επιχειρησιακή σύμβαση έναντι της κλαδικής σημαίνει απλά ότι ένας εμποροϋπάλληλος δεν θα καλύπτεται πλέον από την κλαδική σύμβαση που προβλέπει εισαγωγικό μισθό 860 ευρώ. Ο μισθός του, μέσα σε μια εβδομάδα από την ψήφιση του Άρθρου, δύναται να μειωθεί μέχρι το επίπεδο της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας δηλαδή στα 740 ευρώ. Αρκεί να συναφθεί μια επιχειρησιακή σύμβαση μεταξύ του εργοδότη και του επιχειρησιακού σωματείου ή, όπου δεν υπάρχει, μιας ομάδας εργαζομένων. Σημαίνει ακόμα ότι όλες οι επιχειρησιακές συμβάσεις μπορούν να προσαρμοστούν προς τα κάτω αφού δεν υπάρχει όριο παρά μόνο ο κατώτατος μισθός. Σημαίνει ότι αυτό μπορεί να γίνει σε όλες τις επιχειρήσεις και για πάνω από 1 εκ εργαζόμενους από τους 1.900.000 πουκαλύπτονται από συλλογικές συμβάσεις.
Τι θα συμβεί ;
Mια γενικευμένη, απότομη και ανεξέλεγκτη μείωση μισθών που με συντηρητικές εκτιμήσεις που κατέθεσα στην Επιτροπή και που καταθέτω και εδώ στην Ολομέλεια, θα αφαιρέσει πολλά δις ευρώ από την Ελληνική οικονομία, βαθαίνοντας την ύφεση που θα ξεπεράσει με συντηρητικές εκτιμήσεις το 5% για το 2012 έναντι 2,5% που είναι η πρόβλεψη του Προϋπολογισμού και θα εκτροχιάσει τα έσοδα. Θα έρθει λοιπόν σύντομα η Τρόικα να μας ζητάει πάλι νέα μέτρα γιατί δήθεν δεν πιάσαμε τους στόχους.
Οι επιπτώσεις όμως είναι και ευρύτερες σε βάθος χρόνου. Η όποια διαπραγματευτική δύναμη και προστασία (θεσμική ή μη θεσμική) των εργαζομένων θεσμική εξανεμίζεται. Οι κλαδικές συμβάσεις δεν «παγώνουν απλώς» για μερικά χρόνια αλλά ουσιαστικά καταργούνται. Και αυτό γιατί κανένας εργοδότης δεν θα έχει κίνητρο να συμμετέχει σε εργοδοτικές οργανώσεις και κλαδικές συμβάσεις αφού μπορεί να συνάψει επιχειρησιακή σύμβαση με τους εργαζόμενους του. Ο ανταγωνισμός μεταξύ επιχειρήσεων του ιδίου κλάδου για συνεχείς μειώσεις μισθών θα ενταθεί με αποτέλεσμα συνεχείς μειώσεις μισθών και μεγαλύτερη ύφεση. Στις χρηματοπιστωτικές αγορές, απευχόμεθα ένα «πιστωτικό γεγονός». Εδώ, με τις ρυθμίσεις αυτές, νομοθετούμε ένα επικίνδυνο «εργασιακό γεγονός», και την απότομη ανακατανομή εισοδήματος από τους εργαζομένους στους εργοδότες.
Η αποδυνάμωση των εργοδοτικών οργανώσεων αλλά και των σωματείων οδηγεί μαθηματικά στην αποδόμηση των συλλογικών οντοτήτων. Πολύ σύντομα δεν θα υπάρχουν κοινωνικοί εταίροι που, γύρω από ένα τραπέζι διαπραγμάτευσης θα διαπραγματευθούν τη νέα Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας, αν αυτή θα συνεχίσει να υπάρχει καθώς αυτό θα τεθεί ξανά στο επίκεντρο των συζητήσεων για την επόμενη δόση του δανείου.
Αγαπητοί συνάδελφοι,
Ακριβώς για την αποφυγή αυτών των δυσάρεστων εξελίξεων και μετά από επίπονες διαπραγματεύσεις με την Τρόικα και την ενεργό στήριξη όλων των κοινωνικών εταίρων και του Πρωθυπουργού, νομοθετήσαμε τον Δεκέμβριο του 2010, με το Ν. 3899/10, τον θεσμό της Ειδικής Επιχειρησιακής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας που προσδίδει την απαραίτητη ευελιξία, αλλά υπό όρους και προϋποθέσεις. Ήδη από τον Φεβρουάριο έχουν συναφθεί 11 τέτοιες συμβάσεις και εκκρεμούν άλλες 3. Η σύναψή τους θα μπορούσε να διευκολυνθεί ίσως περισσότερο με την επίσπευση ίδρυσης σωματείων που έχει ήδη δρομολογηθεί.
Γιατί σήμερα προχωράμε στην κατάργηση αυτού του θεσμού, όταν όλοι οι κοινωνικοί εταίροι μας επισημαίνουν τους κινδύνους και ζητούν να ρυθμίσουν μόνοι τους τις σχέσεις τους όπως επιτάσσουν και οι Διεθνείς Συμφωνίες του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας;
Ο ίδιος ο επικεφαλής της Τρόικας ο κος Ματίας Μόρς, σε βαρυσήμαντη συνέντευξη του στην «Καθημερινή», στις 13 Οκτωβρίου, δήλωσε ότι «δεν ζητήσαμε ποτέ την κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων» και «ότι η Κυβέρνηση θα πρέπει να ξεκινήσει συζητήσεις με τους κοινωνικούς εταίρους για να δουν τι πρέπει να γίνει, προκειμένου να βελτιωθεί η ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων και να δημιουργηθούν θέσεις εργασίας». Ποιος έχει αντίρρηση σε αυτό;
Τι μπορούμε, επομένως, να κάνουμε σήμερα;
Παρότι γνωρίζω ότι οι ρυθμίσεις του άρθρου 37 έχουν ήδη ενσωματωθεί στο σχέδιο του επικαιροποιημένου Μνημονίου, πιστεύω ότι στο φως των στοιχείων που προέκυψαν για την υφεσιακή επίπτωση των μέτρων, των προτροπών των κοινωνικών εταίρων, καθώς και της θέσης του επικεφαλής της Tρόικα, η Κυβέρνηση μπορεί να αναβάλει την ψήφιση των σημερινών ρυθμίσεων του άρθρου 37 για ένα μικρό χρονικό διάστημα και να καλέσει τους κοινωνικούς εταίρους να συζητήσουν διεξοδικά μεταξύ τους, με την Τρόικα αλλά και με το Διεθνές Γραφείο Εργασίας, που είναι ο καθ’ ύλην αρμόδιος διεθνής οργανισμός, το θεσμικό πλαίσιο, τις επιπτώσεις διαφορετικών ρυθμίσεων και μέτρα βελτίωσης της ανταγωνιστικότητας. Το αποτέλεσμα αυτής της διαβούλευσης μπορεί να αποτελέσει περιεχόμενο νέας νομοθετικής πρωτοβουλίας πριν από την επόμενη επικαιροποίηση του Προγράμματoς τον Δεκέμβριο.
Αγαπητοί συνάδελφοι,
Με αίσθημα ευθύνης και πλήρους επίγνωσης της κρισιμότητας της κατάστασης πιστεύω ότι μια δίμηνη παράταση της διευθέτησης της ρύθμισης του άρθρου 37 δεν θα δημιουργήσει πρόβλημα στη διαπραγμάτευση της Κυριακής και η όποια ρύθμιση τον Δεκέμβριο θα είναι αποτέλεσμα συμφωνίας των κοινωνικών εταίρων οι οποίοι έχουν την αποκλειστική ευθύνη σύναψης συλλογικών διαπραγματεύσεων και συμβάσεων στον ιδιωτικό τομέα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου